Πιστά αντίγραφα !!!!! του Lichtenstein από τις προσωπικές μου φωτογραφίες που θα τις ζήλευε κι ο καλλιτέχνης ο ίδιος από τα χέρια της Χαριτίνας .
Η Pop-art θα μπορούσε να θεωρηθεί ένα γνήσιο κοινωνικό φαινόμενο και παραμένει το πιο γνωστό και πιο διαδεδομένο σύγχρονο καλλιτεχνικό κίνημα.
H λέξη pop είναι συντομογραφία του Αγγλικού popular που σημαίνει δημοφιλές, του λάου δηλαδή λαϊκό .Η pop-art λοιπόν εξ’ ορισμού είναι μια τέχνη που απευθύνεται στο λαό, δηλαδή στο ευρύ κοινό .Το κίνημα αυτό θέτει ζήτημα διαφοροποίησης μεταξύ «υψηλής» και «λαϊκής» τέχνης .Τέχνη δηλαδή που απευθύνεται από τη μια μεριά στους λίγους εκλεκτούς, και από την άλλη πλευρά μια τέχνη που απευθύνεται στα πλατιά στρώματα του λάου.
Παρ’ όλο που η pop-art έχει θεωρηθεί αμερικανικό φαινόμενο, οι ρίζες της μπορούν να αναζητηθούν στα μέσα του 1950 στην Αγγλία. Ο Άγγλος τεχνοκριτικός Lawrence Allowayήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε τον όρο pop-art. Μαζί με τον Alloway, μια ομάδα νέων καλλιτεχνών που ονομαστικέ Independent Group (Ανεξάρτητη Ομάδα) πραγματοποιούσαν τακτικές συναντήσεις στο ICA του Λονδίνου (Ινστιτούτο Σύγχρονης Τέχνης). Σε αυτές τις συζητήσεις το ενδιαφέρον των καλλιτεχνών περιστρεφόταν γύρω από τις εκδηλώσεις της καθημερινής ζωής που γενικά θεωρούνταν «αντί-καλλιτεχνικές» ή «αντί-αισθητικές», όπως οι κινηματογραφικές ταινίες γουέστερν, τα διηγήματα επιστημονικής φαντασίας, οι μοτοσυκλέτες και άλλα θέματα από τη λαϊκή κουλτούρα τω μέσων μαζικής ενημέρωσης.
Καλλιτέχνες του κινήματος pop-art στην Μεγάλη Βρετανία ήταν μεταξύ άλλων ο RichardHamilton (ήταν μαθητής του Marcel Duchamp), Peter Blake, R. B .Kitaj, DavidHockney, Eduardo Paolozzi.Ο Richard Hamilton ήταν μαθητής του Marcel Duchamp«Το έργο πρέπει να είναι λαϊκό, (να έχει γίνει για τις μάζες), να είναι εφήμερο ( να μη μπορεί να διατηρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα), αναλώσιμο (να ξεχνιέται γρήγορα) , να είναι φτηνό, να παράγεται μαζικά, να είναι νέο (προσανατολισμένο στη νεολαία), με χιούμορ, σέξι, παιχνιδιάρικο, και τέλος να είναι εμπορικό και επιχειρηματικό» Richard Hamilton,1957
Οι καλλιτέχνες έστρεψαν το δημιουργικό βλέμμα τους στον κόσμο των αντικείμενων, τα καταναλωτικά προϊόντα που περιστοιχίζουν το σύγχρονο άνθρωπο, τους διάσημους πρωταγωνιστές του κινηματογράφου, τον κόσμο των media, την τηλεόραση, τα έντυπα, περιοδικά και κόμικς.
Oι pop-καλλιτέχνες ενδιαφερθήκαν για την τέχνη του collage και εξερεύνησαν παρά πολύ τις εικαστικές δυνατότητες των «ετοίμων αντικειμένων» της μαζικής παράγωγης (readymodes), μια έννοια που είχε χρησιμοποιήσει πρώτος ο δάσκαλος του Ντανταϊσμού,Marcel Duchamp που έλεγε ότι το καθημερινό αντικείμενο γίνεται έργο τέχνης επειδή ο καλλιτέχνης το ονομάζει έτσι.
Στα έργα τους οι καλλιτέχνες χρησιμοποίησαν καθημερινά αντικείμενα όπως:Μπουκάλιακόκα κόλας, card-postal, φωτογραφίες, κουτιά τσιγάρων, αποκόμματα εφημερίδων, ταπετσαρίες, σωληνάρια κέτσαπ ,αυτοκίνητα, ψυγεία, έπιπλα, φρυγανιέρες κτλ.
Συμπερασματικά μπορούμε να αναφέρουμε ότι οι καλλιτέχνες της pop-art ήταν άνθρωποι που περιεργάζονταν τον κόσμο στον οποίο ζούσαν, παρατηρώντας και εξετάζοντας τα αντικείμενα και τις εικόνες της μαζικής κουλτούρας και των μέσων μαζικής ενημέρωσης, συνειδητοποιώντας την ύπαρξη τους και την ολοένα αυξανόμενη επίδραση τους στη ζωή των σύγχρονων τους.
Η pop-art έφτασε στο απόγειο της στη δεκαετία του 1960 στην Αμερική. Οι Αμερικανοί καλλιτέχνες που ζούσαν στην εξελιγμένη βιομηχανική και εμπορική κοινωνία των ΗΠΑ, χρησιμοποίησαν εικόνες από τον αμερικάνικο κινηματογράφο, δημοφιλείς τραγουδιστές, κινούμενα σχέδια, οδικά σήματα και άλλες εικόνες από το καθημερινό περιβάλλον τους.
Η αμερικάνικη pop-art ήταν ένα κίνημα που αντέδρασε στην ηγεμονία του Αφηρημένου Εξπρεσιονισμού και την αφαίρεση. Η πολύχρονη παραμονή του Marcel Duchamp στις ΗΠΑ είχε αξιόλογη επιρροή στους νέους καλλιτέχνες της δεκαετίας του 1950.
Ο Rauschenberg το 1955 παρουσίασε αυτό που ονόμασε «συνδυασμένη ζωγραφική» (Αγγλικά : combine painting ) στην οποία ενσωμάτωσε φυσικά αντικείμενα πάνω επιφάνια του καμβά. Στο έργο του με τίτλο «Το κρεβάτι» (1955) τοποθέτησε ένα ολόκληρο μαξιλάρι και πάπλωμα πάνω στα οποία έχυσε μπογιά, σύμφωνα με το πνεύμα του αφηρημένου εξπρεσιονισμού. Στο πιο θεαματικό του έργο με τίτλο «Μονόγραμμα» (1959), συμπεριέλαβε ένα βαλσαμωμένο κρυάρι μέσα σ’ ένα ελαστικό αυτοκινήτου, τα οποία στηρίζονταν πάνω σ’ ένα κολάζ που ενοποιείται από μεγάλες ελεύθερες χρωματικές πινελιές.
Ο Jaspers Johns ζωγραφίζει αμερικάνικες σημαίες, στόχους από διαφημιστικές αφίσες, και βάφει συνηθισμένα καθημερινά αντικείμενα όπως κουτιά μπύρας, λαμπτήρες, αριθμούς, αριθμητικά διαγράμματα, και χάρτες των ΗΠΑ.
Με την πρόθεση τους να συμπεριλάβουν στο πεδίο του πίνακα πραγματικά αντικείμενα, οι καλλιτέχνες της pop-art επιβεβαιώνουν την επιθυμία τους να συμφιλιώσουν την τέχνη με τη ζωή.
Άλλοι καλλιτέχνες που έζησαν στη Νέα Υόρκη ήταν οι Roy Lichtenstein, JamesRosenquist, Tom Wesselmann, Claes Oldenburg, George Segal.O Andy Warhol(1930-1987) χρησιμοποίησε μηχανικές μεθόδους αναπαραγωγής όπως η φωτογραφία και η μεταξοτυπία, για να φιλοτεχνήσει έργα με αναφορές που προέρχονται άμεσα από το καθημερινό περιβάλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου